Γνωρίσαμε τον Dan Simmons από τα καταπληκτικά του βιβλία Hyperion και Fall of Hyperion, μας μάγεψε με το Ilium, φυσιολογικό ήταν λοιπόν κάποια στιγμή να ασχοληθούμε και με τα δυο βιβλία που συμπληρώνουν και κλείνουν τον κύκλο των ‘Hyperion Cantos’. Όπως και στην περίπτωση των δυο πρώτων βιβλίων, έτσι και εδώ έχουμε ουσιαστικά μια ιστορία χωρισμένη σε δύο τόμους.
Βρισκόμαστε τρεις σχεδόν αιώνες μετά τα γεγονότα του Fall of Hyperion. Την hegemony έχει αντικαταστήσει η καθολική εκκλησία, η οποία κάνοντας χρήση του cruciform (σταυρόμορφου;) που ανακάλυψε ο Paul Dure, προσφέρει την αθανασία στο ποίμνιο της, το οποίο πλέον αποτελείται από σχεδόν το σύνολο της ανθρωπότητας, με αντάλλαγμα την εξουσία και την υποταγή.
Από την άλλη μεριά, το AI core, μετά από την επίθεση που δέχτηκε από την Meina Gladstone, δείχνει να έχει εξαφανιστεί, ή τουλάχιστον να έχει αποτραβηχτεί από τις υποθέσεις των ανθρώπων.
Η αφήγηση ξεκινά με τον Raul Endymion κλεισμένο στο κελί του, όπου περιμένει την εκτέλεση του. Εκεί θυμάται πώς τον στρατολόγησε ο ποιητής Martin Silenus, και του ανέθεσε να βρει και να προστατέψει την χαρισματική κόρη της Brawne Lamia, να ανατρέψει την κυριαρχία της εκκλησίας, και διάφορα άλλα καταπληκτικά, τα οποία αποτελούν την υπόθεση των βιβλίων.
Οι κύριοι χαρακτήρες είναι η μικρή Aenea, κόρη της Brawne Lamia, και εκκολαπτόμενος σωτήρας της ανθρωπότητας, ο Raul Endymion, πρώην μισθοφόρος, πρώην ξεναγός, και νυν σωματοφύλακας της Aenea, και ο Federico de Soya, ο άνθρωπος στον οποίο έχει αναθέσει το Βατικανό να βρει και να συλλάβει την Aenea.
Εκτός από αυτούς, υπάρχουν αρκετοί άλλοι χαρακτήρες σε μικρότερους, αλλά σημαντικούς ρόλους, ενώ cameo εμφανίσεις κάνουν και μερικοί χαρακτήρες από τα πρώτα δυο βιβλία.
Σε γενικές γραμμές πάντως όλοι είναι αρκετά προβλέψιμοι και κάπως βαρετοί, με τις εξαιρέσεις του de Soya που είναι αρκετά πιο ενδιαφέρων από τους υπόλοιπους, και της Aenea, τις οποίας οι πράξεις κάποιες φορές είναι σχεδόν ακατανόητες.
Τελειώνοντας και το δεύτερο βιβλίο, το πρώτο πράγμα που σκέφτηκα ήταν πως και τα δύο είναι υπερβολικά μεγάλα, χωρίς κανένα απολύτως λόγο, ή τουλάχιστον αυτή είναι η άποψή μου.
Ο συγγραφέας αναλώνεται σε ατελείωτες περιγραφές τόσο των τοπίων που διασχίζουν οι ήρωες στην προσπάθειά τους να ξεφύγουν από τους διώκτες τους, όσο και του ειδυλλίου που αναπόφευκτα αναπτύσσεται ανάμεσα τους. Ειλικρινά πιστεύω πως θα μπορούσε να πει όσα ήθελε να πει σε πολύ λιγότερες σελίδες από τις σχεδόν 1000 που είναι το μήκος της συνδυασμένης έκδοσης των δύο βιβλίων που έχω στην κατοχή μου.
Το δεύτερο πράγμα που σκέφτηκα ήταν το πόσο λάθος ήταν οι επιλογές του για την κλιμάκωση της ιστορίας. Επιλέγει να πάει στο τέλος έχοντας δυο ερωτήματα να αιωρούνται, η απάντηση στα οποία όμως ήταν αρκετά προφανής, με αποτέλεσμα να μένει ο αναγνώστης με μια κάπως ουδέτερη γεύση από την “αποκάλυψη” που τον περίμενε.
Σε κάθε περίπτωση, όπως είπαμε και προηγουμένως, αυτά τα βιβλία κλείνουν τον κύκλο που ξεκίνησε με το φοβερό Hyperion, και απαντούν αρκετά, αν όχι όλα, από τα ερωτήματα που είχαμε στο τέλος του Fall of Hyperion. Ακόμα και μόνο γι’ αυτό το λόγο, αν έχετε διαβάσει τα δυο πρώτα βιβλία και σας άρεσαν, πρέπει να διαβάσετε και αυτά. Αν πάλι δεν μείνατε ευχαριστημένοι από τα Hyperion, τότε καλύτερα να τα προσπεράσετε.
Endymion 7/10
Rise of Endymion 6/10